βαγόνι
Grec
Étymologie
Mot d’origine anglaise.
Nom commun
Cas
Singulier
Pluriel
Nominatif
το
βαγόνι
τα
βαγόνια
Génitif
του
βαγονιού
των
βαγονιών
Accusatif
το
βαγόνι
τα
βαγόνια
Vocatif
βαγόνι
βαγόνια
βαγόνι
\va.ˈɣɔ.ni\
neutre
Wagon
.
Synonymes
άμαξα