καλημαύχι

Nom commun

Cas Singulier Pluriel
Nominatif το  καλημαύχι τα  καλημαύχια
Génitif του  καλημαυχιού των  καλημαυχιών
Accusatif το  καλημαύχι τα  καλημαύχια
Vocatif καλημαύχι καλημαύχια

καλημαύχι, kalimáfchi \ka.liˈmaf.çi\ neutre

  1. (Habillement) Variante de καμηλαύκι par métathèse.
    • Exemple d’utilisation manquant. (Ajouter)